Τώρα και τα «ξεσπάσματα του καιρού» οφείλονται στην «κλιματική κρίση»
Όμως τα δεδομένα των μετρήσεων δείχνουν αξιοσημείωτη κλιματική σταθερότητα
Χθες το πρωί διάβασα στην εφημερίδα ότι τα «ξεσπάσματα του καιρού … είναι όλο και πιο έντονα λόγω της κλιματικής κρίσης». Αυτό για μένα είναι καινούργιο. Έχω ακούσει ότι τα «ακραία φαινόμενα» οφείλονται, υποτίθεται, στην «κλιματική κρίση», αλλά και τα «ξεσπάσματα του καιρού»; Εκτός από «όλο και πιο έντονα», μήπως είναι επίσης όλο και πιο συχνά; Κι αν ισχύει αυτό, πώς γίνεται να έχουμε λειψυδρία, η οποία επίσης οφείλεται στην «κλιματική κρίση»; Η απάντηση είναι ότι τίποτε από αυτά δεν στηρίζεται σε καμιά λογική, και πως αυτό με τα «ξεσπάσματα του καιρού» είναι προϊόν της φαντασίας όποιου έγραψε τη συγκεκριμένη πρόταση.
Λίγο αργότερα χθες βρέθηκα σ’ ένα συνέδριο για φράγματα, όπου μεταξύ άλλων ο καθηγητής Δ. Κουτσογιάννης έκανε μια παρουσίαση για τις βροχοπτώσεις στην Ελλάδα. Ανάμεσα στα πολλά που είπε ήταν και το πώς έχουν μεταβληθεί οι βροχοπτώσεις στην Αθήνα από το 1860 που έχουμε μετρήσεις.
Το πιο υγρό έτος σ’ αυτά τα 160 χρόνια ήταν το 1885-1886, στο οποίο έπεσαν περίπου 750 χιλιοστά (λίτρα ανά τετραγωνικό μέτρο). Το πιο ξηρό έτος ήταν το 1989-1990, με περίπου 150 χιλιοστά. Αν κοιτάξετε το παραπάνω διάγραμμα, θα δείτε ότι μάλλον τυχαία είναι αυτά τα ρεκόρ. Οι βροχοπτώσεις στην Αθήνα δεν φαίνεται να αυξάνονται ή να μειώνονται σε βάθος χρόνου. «Η Αθήνα», γράφει ο Κουτσογιάννης, «παρουσιάζει κλιματική σταθερότητα».
Μήπως αυξάνονται οι έντονες βροχοπτώσεις; Η απάντηση είναι πάλι όχι. Το έτος με την πιο υγρή μέρα όλα αυτά τα χρόνια ήταν το 1900. Μέσα σ’ εκείνη τη μέρα έπεσαν 150 χιλιοστά. Μια σχεδόν το ίδιο υγρή μέρα συνέβη και το 1948. Άλλα χρόνια στα οποία ξεπεράστηκαν τα 100 χιλιοστά σε μια μέρα είναι τα 1897, 1909, 1913, και 1998. Κι εδώ λοιπόν σε βάθος χρόνου δεν φαίνεται να έχει αλλάξει κάτι.